Σελίδες

Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Thorn Birds



 

-Ναταλί, δες τα κύματα. Ουαουυυ.. φυσάει  πολύ σήμερα.

-Σσσς σώπα, έρχεται.


-Ποιος έρχεται; Πού;

-Να εκεί, πίσω από τα δέντρα. Είναι η γυναίκα που έφτασε χθες αργά με το τρένο. Μένει στο εξοχικό των Ονίλ. 


-Όμορφη είναι με το αεράτο κοντό φορεματάκι της!

- Άντε βρε, σαλιάρη. Σιγά, ένα φθηνιάρικο φόρεμα με λουλούδια είναι, σκουπίσου.


-Έλα, μη ζηλεύεις.  Δεν φαίνεται χαρούμενη πάντως, περπατάει βαριεστημένα στην αμμουδιά.

-Ναι, δίκιο έχεις. Ωχ Ωχ κοιτάει ψηλά προς τα εδώ, σκύψε μη μας δει.


-Μπα, δε νομίζω να μας παρατήρησε. Να, γύρισε ξανά προς τη θάλασσα, ρίχνει βότσαλα στο νερό.

- Κάπου αλλού έχει το μυαλό της. Κάτι την απασχολεί.. δε με ξεγελάει εμένα.


-Σίγουρα κάτι θα της συνέβη. Για ποιόν λόγο άλλωστε βρίσκεται μόνη της εδώ πέρα στην ερημιά;

-Τώρα χαμογελάει. Χορεύει στον αφρό των κυμάτων, κάτι ευχάριστο θα θυμήθηκε. Με μπερδεύει.


-Τώρα που το λες, κι εγώ θυμήθηκα. Την ξέρω! Έχει ξανάρθει..

-Πότε; Ποια είναι;


- Θα επιστρέψω.

- Μπεεεεν… μη φεύγεις.


-Περίμενέ μεεεε..

-Πφφφ.. μα, που πήγε εκείνη ; Α, να τη έφτασε στα βράχια.


Η Ναταλί πέταξε ως εκεί. Της άρεσε να παρακολουθεί τους ανθρώπους. Να προσπαθεί να μαντέψει τα συναισθήματα τους, να κουτσομπολεύει τα μυστικά τους. Βρήκε την όμορφη γυναίκα ξαπλωμένη χάμω να μουσκεύει με τα δάκρυα της την ξανθή άμμο.  Ήθελε να την παρηγορήσει, όμως δεν ήξερε καν το πρόβλημα της. Τι να της έλεγε; Τελικά έμεινε κρυμμένη πίσω από τα γκρίζα βράχια αφήνοντας την μόνη να ξεσπάσει.


-Τσιου.. τι γίνεται εδώ; Πως είναι η κυρία Ονίλ;

-Μπα, επέστρεψες;  Γιατί ψιθυρίζεις; Σιγά μην μας ακούσει, αυτή εδώ και δέκα λεπτά σκέφτεται αν θα βουτήξει ή όχι. Μέχρι το γόνατο έχει καταφέρει να μπει στο νερό.


 -Εμ, έχει και δυο μέτρα πόδια. Ακόμα δεν κατάλαβες ποια είναι; Η Ελίζα Ονίλ, η δεύτερη κόρη της οικογένειας Ονίλ.

-Ποια; Ψέματα μου λες. Πως άλλαξε έτσι;!;


-Κοίτα εκεί, κάποιοι έρχονται.

-Γιατί μου κλείνεις το μάτι; Ο άντρας της θα είναι.


-Δες καλύτερα πανάθεμα σε. Είναι ο Θορν!

-Α.  Πως τολμάει κι έρχεται ο ελεεινός. Εκείνος φταίει για όλα, εκείνος την παράτησε.  Εξαιτίας του πήρε τη βαλίτσα της κι έφυγε η νεαρή Ελίζα τότε. Απορώ ποιος αχρείος τον ενημέρωσε ότι ήρθε.


-Εγώ του το είπα.

-Εσυυυυύ; (έξαλη)


-Έπρεπε να το μάθει.

- Μάλλον δεν κατάφερες και πολλά. Δες την, απομακρύνεται. Μπράβο Ελίζα!


-Τρέχει ξωπίσω της. Την αγαπάει.

-Το κτήνος, την έριξε κάτω. Πάω να τη σώσω.


Ο Μπεν πέταξε γρηγορότερα προλαβαίνοντας τη Ναταλί. Μετά από μερικές σβούρες στον αέρα, κυλίστηκαν κι αυτοί στην ακροθαλασσιά, όπως ο Θορν με την Ελίζα που φιλιόντουσαν τώρα παθιασμένα  πάνω στην υγρή άμμο.


-Το ήξερα. Αγαπιούνται ακόμα! Κοίτα πόσο ταιριαστοί είναι.

-Φτου, φτου.. μπήκε άμμος στο ράμφος μου. Χάλια με έκανες.


-Ωωωω πάψε πια και φίλα με..

-Αχχχχχχχχ
 
                                                                                                                                                             Θ.Κ.

 
                                 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου