Σελίδες

Σάββατο 17 Αυγούστου 2013

Pet Pleasure «Paradise»


                                                                                                                         Ακατάλληλο κάτω των 18


Δε χρειάστηκε να πάω μακριά. Ένα νέο pet shop είχε ανοίξει στον συνοικιακό εμπορικό δρόμο. Μπήκα στο κατάστημα δίχως να βγάλω τα γυαλιά ηλίου. Δε με υποδέχθηκε κανείς. Προσπέρασα τα  άδεια κλουβιά και στάθηκα για λίγο στο μικρό ενυδρείο με τα χρυσόψαρα. Κολυμπούσαν πέρα δώθε σαν παλαβά. Απόρησα πως κατάφερναν να μην κουτουλάνε μεταξύ τους, όπως κουτούλησα εγώ με την ξανθιά υπάλληλο.
‘Συγνώμη’ ζήτησα αμέσως.
‘Δεν πειράζει, θέλετε βοήθεια;’ με ρώτησε.
Κρατούσε ένα  ινδικό χοιρίδιο το οποίο είχε γαντζωθεί πάνω στο κολλητό φανελάκι της.
‘Ευχαριστώ, απλά χαζεύω’ αποκρίθηκα.
Έστριψα στον διάδρομο με τα χελωνάκια. Στο τέρμα διέκρινα τις μεγάλες σακούλες ζωοτροφών  Ήμουν πολύ κοντά στο σωστό σημείο, σκέφτηκα. Περπάτησα νωχελικά χαζεύοντας τα πράσινα αμφίβια μέσα στις πλαστικές οάσεις. Στον τοίχο αριστερά από τις τροφές υπήρχαν κρεμασμένα όλα τα αξεσουάρ. Αλυσίδες και κολάρα, μόνο αυτά με ενδιέφεραν.
‘Για γάτα ή για σκύλο;’ με αιφνιδίασε η ξανθιά υπάλληλος.
Η καρδιά μου κόντεψε να σπάσει. Στο αριστερό της χέρι ήταν τυλιγμένο ένα λεπτό κοκκινωπό φίδι. Σάστισα, βιάστηκα να απαντήσω ‘..για σκύλο’, όμως το μετάνιωσα αμέσως. Μου έδειξε όλα τα κολάρα, δε μ’ άρεσε κανένα.
‘Τι ράτσα είναι;’ ρώτησε.
‘Τσιουάουα’ της απάντησα εκνευρισμένα. Επίσης της ζήτησα, καθόλου ευγενικά, να απομακρύνει το φίδι. Μου προκαλούσε πανικό η επιμονή του να ξεφύγει από τα χέρια της. Έκανε μια ανόητη γκριμάτσα και χάθηκε από μπροστά μου. Δεν ένιωθα άνετα εκεί μέσα, ούτε ήμουν ακριβώς σίγουρος για το τι ήθελα να αγοράσω. Τράβηξα μια μεταλλική αλυσίδα μεσαίου μεγέθους από τη μπάρα κρέμασης και έφυγα γοργά για το ταμείο. Η ξανθιά υπάλληλος βρέθηκε και πάλι μπροστά μου.
‘Τελικά δε βρήκατε κολάρο;’  ρώτησε με στενάχωρο ύφος σαν να νοιαζόταν πραγματικά -έτσι έδειχνε τουλάχιστον ‘Την επόμενη εβδομάδα θα φέρουμε περισσότερα!’ επισήμανε καθώς μου έδινε την απόδειξη. Ένα μικρό άσπρο γατάκι ξεπρόβαλε τότε κάτω από τον πάγκο του ταμείου. Νιαούρισε και με κοίταξε λυπημένα. «Πάρε με» φαντάζομαι θα έλεγε.
Το κλώτσησα ελαφρά, γύρισε στην προσωρινή αφεντικίνα του. Ο ήχος από το κουδουνάκι στο λαιμό του μου ερέθισε τα εγκεφαλικά κύτταρα. Ζήτησα από την υπάλληλο να μου τυλίξει ένα ίδιο κολάρο γάτας χρώματος θαλασσί.. για δώρο. Βγήκα χαρούμενος από το ζωομάγαζο. Ευτυχώς είχα γλυτώσει πολύ περπάτημα για μια επίσκεψη στο sex shop στην άλλη άκρη της συνοικίας.

--------------------------------------------------------------------------------------------

Διάβηκα τον δρόμο χωρίς να ελέγξω. Μια μηχανή κόντεψε να με πατήσει στο πέρασμα της. Βρισκόμουν στη μέση του δρόμου ενώ το φανάρι των πεζών έδειχνε κόκκινο. Έτρεξα αγχωμένα στο απέναντι πεζοδρόμιο. Έφτασα  αρτιμελής. Το κινητό μου δονήθηκε. Μήνυμα.

-Στις 20:30 θα είμαι στο σπίτι. Έτοιμη για σένα! Θα περιμένω στα τέσσερα. -

Ήθελα να αυνανιστώ εκείνη ακριβώς τη στιγμή, μπροστά στη στάση του λεωφορείου. Συγκρατήθηκα. Περπάτησα βιαστικά. Μπήκα στο σπίτι ιδρωμένος και κλείστηκα στο μπάνιο. Δεν άργησα να τελειώσω..
Τι μου έχει κάνει αυτή η γκόμενα; Με τρελαίνει  Είμαι τριάντα έξη και νόμιζα πως τα είχα κάνει όλα. Καμιά τσούλα φοιτήτρια, καμία πληρωμένη πόρνη δε με έκανε να νιώθω έτσι όπως αυτή. Μου ανέβαζε τη λίμπιντο στο θεό. Μαυρομάλλα, Όμορφη, Υπάκουη, Ναζιάρα, Άνετη, ζουμεΡή, Αχόρταγη.
Επτά χρόνια μικρότερη μου. Υπεύθυνη σε κατάστημα εσωρούχων στο Κολονάκι. Τζάμπα τα έπαιρνε. Είχε γεμίσει με σέξυ εσώρουχα μια ολόκληρη συρταριέρα, γι’ αυτό δεν την πείραζε να της τα σκίζω. Της έστειλα μήνυμα.

-Να φοράς τα λευκά απόψε-

Πήγα σπίτι της πέντε λεπτά νωρίτερα, άργησε να μου ανοίξει. Πίεσα το κουδούνι δεύτερη φορά. Ζήτησε συγνώμη από το θυροτηλέφωνο και ενεργοποίησε το μηχανισμό της κεντρικής εισόδου. Ανέβηκα στον 3ο όροφο με τα πόδια. Βρήκα την πόρτα της μισάνοιχτη. Με περίμενε στο σαλόνι στα τέσσερα όπως μου είχε υποσχεθεί, φορούσε τα λευκά της εσώρουχα συνδυασμένα με γαλάζια καλτσοδέτα και ασημένιες ψηλοτάκουνες γόβες.
‘Γατούλα!’
‘Νιιιαααααρρρ’
Ήρθε κοντά, έλυσε τα κορδόνια των παπουτσιών μου με τα δόντια της. ‘Σου έχω μια έκπληξη’ είπα. Της φόρεσα το κολάρο στο λαιμό και μετά τη φίλησα παθιασμένα. Το κουδουνάκι χτυπούσε κάθε φορά που κατάπινε τα σάλια της. Σταμάτησα, περίμενα λίγο, με κοίταξε με απορία. Τράβηξα τα μακρυά της μαλλιά άγαρμπα προς τα πίσω και την χαστούκισα ‘Ευχαριστώ δε θα πεις;’. Με ευχαρίστησε αμέσως όμως έπρεπε να το είχε κάνει νωρίτερα.

---------------------------------------------------------------------------------------------

Πέρασα την αλυσίδα στο κολάρο και σηκώθηκα όρθιος. Την ανάγκασα να με ακολουθήσει μέχρι το δωμάτιο μπουσουλώντας. Έβγαλα τη δερμάτινη ζώνη μου και την τιμώρησα. Της άξιζε. Η στύση μου δεν την άφησε αδιάφορη.
Με δάκρυα στα μάτια με πλησίασε σαν αίλουρος, σκέτη κόλαση. Μια κόλαση με τρεις κεντρικές πύλες. Ήθελα να χωθώ στα καυτά της βάθη όμως δεν ήξερα ποια από τις τρεις να διαλέξω. Η γατούλα μου άνοιξε το στόμα της, δε μίλησε ούτε νιαούρισε, μόνο έκανε αυτό που έπρεπε. Καλό και υπάκουο ζωάκι!
Το πέος μου έμοιαζε με υπερυψωμένο φρούριο. Την τράβηξα με την αλυσίδα, ξάπλωσα στο μαλακό στρώμα κι εκείνη πήρε τη σωστή θέση πάνω στον πύργο μου. Μεγαλείο οι στιγμές, μεγαλείο οι αισθήσεις. Την δάγκωσα στον δεξί ώμο ενώ ταυτόχρονα την έπνιγα με το κολάρο.  Κουνούσε το κεφάλι της πέρα δώθε απεγνωσμένα, το κολάρο κουδούνιζε ασταμάτητα στο δικό του διεστραμμένο ρυθμό. Απόλαυση! Μπήκα από την κόλαση για να βρεθώ στον παράδεισο. Ανταλλάξαμε βλέμματα. Σαδιστική ικανοποίηση ο φόβος του θανάτου στα μάτια της. Έβγαλε μια κραυγή οργασμού, την κάλυψα με το δικό μου κτηνώδες μουγκρητό.  Σταμάτησα να τη γαμάω. Την ελευθέρωσα αργά, βασανιστικά. Ξερόβηξε, πήρε ανάσα κι έγειρε επάνω μου. Χάϊδεψε το μάγουλο της στο δικό μου, μου γρατζούνισε απαλά το στήθος και νιαούρισε.  Ήταν τόσο υγρή που δεν είχε καταλάβει. Της ψιθύρισα στο αφτί "Δεν έχω τελειώσει ακόμη.."
    Μάζεψε αστραπιαία τα νύχια της από το στήθος μου. Παρατήρησα τα ελαφρώς σηκωμένα χείλη της, φαντάστηκα ένα μπαλάκι από πολύχρωμα σχοινιά σφηνωμένο ανάμεσα στις γνάθους της. Δεν μου βρισκόταν κάποιο διαθέσιμο, γέμισα το κενό με τον φλεγόμενο πύργο μου και την έπνιξα με τους χυμούς μου αυτή τη φορά.
    Αύριο θα πάω πάλι στο μαγαζάκι με τα κατοικίδια. Ξέρω ακριβώς τι θέλω να αγοράσω. Κι αν τυχόν με ρωτήσει η ξανθιά υπάλληλος ποια τροφή δίνω στο ζωάκι μου, θα της απαντήσω "Την καλύτερη! Σπιτική, φτιαγμένη από αγνά υλικά"  

Θ.Κ.