Σελίδες

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

Μισό λεπτό


02:14:03

Ο δρόμος έμοιαζε άδειος. Αισθανόταν τη σιγή της ασφάλτου, του πεζοδρομίου, των μπαλκονιών. Δεν ήταν ιδέα του. Ήταν άδειος. Ο νεαρός με τα καταγάλανα μάτια περίμενε πάνω στη μηχανή. Το φανάρι άναβε κόκκινο.  Κοίταξε ψηλά τα κοντινά διαμερίσματα. Υπήρχαν φώτα αναμμένα, σκιές όμως όχι, ούτε φωνές. Μπιπ. Το κινητό του τάραξε την μεταμεσονύχτια σιωπή. Έλεγξε το μήνυμα.
 «Δεν είναι μακριά η νύχτα που θα ξαναϊδωθούμε!!!»
 Μύριζε ακόμα το άρωμα της στο πουκάμισο του. Ευχόταν να διαρκούσε περισσότερο το αποψινό σμίξιμο τους. Η Αυγουστιάτικη πανσέληνος θα τους κρατούσε μια λαμπρή συντροφιά. Σ’ αυτήν άλλωστε όφειλαν την τυχαία συνάντηση τους


21:06:35

Το ραντεβού ήταν στο Θησείο, με δυο φίλους. Ανηφόρησαν τον πεζόδρομο προς την Ακρόπολη  χαζεύοντας το πορφυρό φεγγάρι να ξεπροβάλει εντυπωσιακά πίσω από το αγέρωχο μνημείο. Μόνοι, διαθέσιμοι και ωραίοι ανάμεσα σε δεκάδες  ζευγάρια.  Κατέληξαν στον Βράχο.  Εκεί οι παρέες έσμιγαν με διάθεση γιορταστικής θαλπωρής και αμοιβαίας συντροφικότητας. Οι τρεις νέοι ενώθηκαν με το πλήθος. Ο νους τους ταξίδεψε με έγχορδες μελωδίες σε άλλες πόλης, σε άλλες πρωτεύουσες, κάτω από τον ίδιο εκθαμβωτικό ουρανό. Αναπόλησαν παλιούς έρωτες.
Μετά από ώρα κατηφόρισαν στα στενά της Πλάκας.  Απόλαυσαν την ανέμελη βόλτα τους με κουβέντα και πειράγματα. Τράβηξαν φωτογραφίες σε πέτρινα σκαλοπάτια, χάρισαν σε όμορφες κυρίες κλεμμένα λουλούδια από περιποιημένες αυλές, γέμισαν με ανιδιοτελή χάδια τα αδέσποτα σκυλιά. Στο Μοναστηράκι πια μπλέχτηκαν σε ένα γευστικό δίλημμα . Αλμυρό ή γλυκό;
Ο νεαρός με τα καταγάλανα μάτια μουρμούρισε. Δεν πεινούσε, έπρεπε να προλάβει το τρένο και τα ταξί απεργούσαν. «Αηδίες» σχολίασαν ταυτόχρονα οι φίλοι του. Τελικά υπέκυψε. Σπάνια απέρριπτε καταστάσεις που άλλαζαν την ροή της καθημερινότητας του, καμία καθυστέρηση δεν ήταν τυχαία. Ο προγραμματισμένος ύπνος μπορούσε να περιμένει.
Έφαγαν δίχως δίλημμα, σουβλάκια και μετά παγωτό σοκολάτα. Το περπάτημα  βάρυνε στον τελευταίο περίπατο. Αυτόν της χώνεψης και του αποχωρισμού, όπου ο τερματισμός θα συναντούσε την αφετηρία. Ο κόσμος είχε μειωθεί αισθητά κάνοντας τον ασυγχρόνιστο βηματισμό τους πιο άνετο. Μέχρι που το τουριστικό τρενάκι από Μοναστηράκι προς Θησείο χάλασε τους ρυθμούς. Έκαναν  γοργά στο πλάι, ο πεζόδρομος δεν άφηνε περιθώρια για κοινή πορεία ανθρώπων και τρένου. Μπλέχτηκαν με τους υπόλοιπους πεζούς. Ο γαλανομάτης στάθηκε ξαφνικά πίσω από μια καστανόξανθη γυναίκα, κομψά ντυμένη. Το άρωμα της του φάνηκε οικείο. Πλησίασε το πρόσωπο του και ανέπνευσε έντονα. Εκείνη σταμάτησε απότομα, γύρισε το κεφάλι αναζητώντας μια φίλη. Ίσα που κατάφερε να μην πέσει  επάνω της.
“Κρις”  αναφώνησε. “Κριστίν;”


10/2/2012

Γνωρίστηκαν στη Βιέννη τον περασμένο Φεβρουάριο, σε φεστιβάλ χορού σε ένα ξενοδοχείο με τεράστιες αίθουσες, μαρμάρινες κολώνες  και εκτυφλωτικούς πολυελαίους. Εκείνος φορούσε σκούρο μπλε φράκο με παπιγιόν κι εκείνη ένα μακρύ πράσινο σατέν φόρεμα. Την επισημότητα την επέβαλε η διοργάνωση. Σε μια φιγούρα ανταλλαγής παρτενέρ βρέθηκαν με δυο χέρια  υψωμένα και τέσσερα μάτια ηδονικά μαγεμένα.
Βούτηξε στη θάλασσα των ματιών του, παγιδεύτηκε στο κεχριμπάρι των δικών της. Μπέρδεψαν τα βήματα, παραπάτησαν  και σωριάστηκαν στο γυαλισμένο πάτωμα. Στην επόμενη ανταλλαγή  εκείνοι  έτρεχαν γελώντας έξω από την αίθουσα. Άρπαξαν δυο ποτήρια σαμπάνιας από ένα δίσκο και απόλαυσαν το αφρώδες ποτό σε έναν αριστοκρατικό καναπέ του 18ου αιώνα. Την υπόλοιπη βραδιά την πέρασαν στο δωμάτιο  26 του δεύτερου ορόφου.


01:17:48

“Δε σε βρήκα το πρωί όταν ξύπνησα” είπε στενάχωρα ο νεαρός
“Έπρεπε να φύγω βιαστικά. Σου άφησα ένα σημείωμα με το τηλέφωνο μου κάτω από το μαξιλάρι. Περίμενα..”
“Σημείωμα; Δεν βρήκα κάτι.. δεν, δεν..”
“Ω, τι σημασία έχει πια;” έσφιξε την παλάμη της στο γυμνασμένο του μπράτσο καθώς ανηφόριζαν στον ίδιο πεζόδρομο που είχε διαβεί πρωτύτερα με τους φίλους του.
Σταμάτησαν έξω από το Cine Θησείον.
“Φρέσκα είναι παλικάρι μου.” είπε ο γέρος με τους ξηρούς καρπούς.
Αγόρασε ένα γλειφιτζούρι σε σχήμα καρδιάς και της το έδωσε.
“Να αγαπιέστε παντοτινά, όπως τώρα. Η ζωή δεν είναι κινηματογράφος.”
“Ο έρωτας όμως είναι!” απάντησε ο νεαρός θαυμάζοντας τις καμπύλες της Κριστίν.
“Θα το γλύψω μια άλλη φορά, απόψε αγαπιόμαστε.” ψιθύρισε εκείνη στο αφτί του.

Την επόμενη ημέρα θα έφευγε στα νησιά των Κυκλάδων με την παρέα της. Έπρεπε να ξυπνήσει νωρίς. Κανείς από τους δυο δεν το επιθυμούσε όμως έπρεπε να χωρίσουν. Υποσχέθηκε πως θα πήγαινε να τη βρει  σε πέντε ημέρες, να συνέχιζαν μαζί το ταξίδι.
Πλησίασε να τη φιλήσει, μα η Κριστίν τραβήχτηκε πίσω.
“Μείνε λίγο ακόμα. Μισό λεπτό, όχι παραπάνω.”
“Πάρη, έχω φάει αυτή τη σως με γιαούρτι, αγγούρι και..” μόρφασε εκείνη ντροπιασμένα.
Την άρπαξε από το σβέρκο και κόλλησε τα χείλη του στα δικά της. Εκεί στο ύψος του Φιλοπάππου, φιλήθηκαν αγκαλιασμένοι με φόντο το ολόγιομο φεγγάρι. 


02:14:33

Ορατότητα υπήρχε προς κάθε πλευρά του δρόμου, καμία υποψία κίνησης. Το φανάρι ακόμα να πρασινίσει.   Η μηχανή έστριψε άξαφνα αριστερά. Ο γαλανομάτης έριξε μια αγχωμένη ματιά πίσω του. Δεν καραδοκούσε κάποιο περιπολικό της τροχαίας.  Χαμογέλασε. 
Πενήντα μέτρα μακρύτερα από την στροφή, ένας μεσήλικας με ανοιχτό κάμπριο  παραβίασε την πινακίδα του STOP  μη ελέγχοντας για διερχόμενα οχήματα. Η σύγκρουση με τη μηχανή ήταν τόσο ξαφνική όσο μια μπόρα στην καρδιά του καλοκαιριού, όσο κι η εικόνα του θανάτου που την ακολούθησε. Ο δρόμος δεν ήταν πια άδειος.
Ένας περαστικός πλησίασε πανικόβλητος τον αιμόφυρτο οδηγό της μηχανής. Ένα κορίτσι τσίριξε από κοντινό μπαλκόνι. Ο νεαρός με τα καταγάλανα μάτια ξαπλωμένος στην παγωμένη άσφαλτο  παρακολουθούσε το τρέιλερ της πιο πρόσφατης ζωής του πάνω στο λευκό πανί του θερινού σινεμά. Η πανσέληνος, οι φίλοι, η Ακρόπολη, η βόλτα, το φαγητό, το τρενάκι, η Κριστίν, το φιλί, το ωτοστόπ, η μηχανή, το φανάρι. Μια ιστορία ηδονών ή ένα ερωτικό δράμα;
Η ζωή δεν έχει για όλους ευτυχισμένο τέλος. Ο οδηγός δεν έπρεπε να αγνοήσει το φανάρι, δεν ήταν η ώρα τους να περάσουν. Ο Πάρης δεν θα το έκανε ποτέ. Σηκώθηκε όρθιος, ψηλάφισε το ακέραιο κορμί του κι έπειτα ξέσπασε σε δάκρυα στη  θέα του νεκρού αγνώστου που εμπιστεύτηκε να καθίσει  στη μηχανή του μη έχοντας άλλο τρόπο να επιστρέψει σπίτι του.

Αργότερα, λίγο πριν αποκοιμηθεί, αποφάσισε να συναντήσει την Κριστίν το ξημέρωμα στο λιμάνι. Να σαλπάρουν μαζί για το νησί του Έρωτα. Το μετάνιωσε αμέσως. Οι καταστάσεις πρέπει να βιώνονται στο χρόνο που η μοίρα ορίζει. Καμία καθυστέρηση δεν είναι τυχαία. Το ξακουστό ηλιοβασίλεμα μπορούσε να περιμένει, πιστό, πέντε ακόμα ημέρες.


“..και νύχτες  αναστέναξε.

Θ.Κ.



Δευτέρα 7 Απριλίου 2014

Το μπαούλο


Πάει καιρός - Μελίνα Ασλανίδου

Επέστρεψες πάλι εδώ,
στο ξεκλείδωτο μπαούλο των αναμνήσεων.
Μου έλειψες..

Σε σκεφτόμουν κι εχθές,
μα σήμερα μου λείπεις περισσότερο.
Πάνε χρόνια..

Σε σκεφτόμουν και πέρυσι,
το ίδιο πρωινό.
Σαν υπενθύμιση χτυπάει στο μυαλό μου,
του χρόνου τούτη η μέρα.

Σε σκεφτόμουν και τότε,
που ξύπνησα και δεν ήσουν στο πλευρό μου.
Μακάρι να κοιμόμουν ακόμα..

Θέλω να σε δω, να σε ακουμπήσω,
μα μου έφυγες.
Πάει καιρός..

Πρέπει να πάψω να σε σκέφτομαι,
να κλειδώσω για πάντα το μπαούλο.
Μα εκείνο το κλειδί που φτιάξαμε μαζί,
εσύ το έκρυψες.

Θ.Κ.


Πάει καιρός - Μελίνα Ασλανίδου