Σελίδες

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013

το Αστέρι


Le Train - Ματριόσκα

Έφυγες.
Το εισιτήριο του αποχωρισμού σε πάει μακριά.
Σε ένα άβολο κάθισμα, 
παρακολουθείς το εναλλασσόμενο τοπίο καθώς σκοτεινιάζει.
Το είδωλό σου σε φιλάει στο μάγουλο, παγώνεις.
Σε μια στροφή κρυμμένη πίσω από το σούρουπο
εύχεσαι να κάνει το τρένο τον γύρο της επιστροφής.
Μα η στροφή γίνεται ευθεία πριν ολοκληρώσει τον κύκλο. 
Όλα πια μαύρα έξω από το τζάμι.
Κοιτάς ψηλά, κάτι φέγγει στο σκοτάδι.
Ένα Αστέρι!
Το ακολουθείς, κι όσο το ακολουθείς ανακαλύπτεις μια φλόγα.
Της ζεστασιάς, της Αγάπης.
Μην το χάσεις από τα μάτια σου, 
αυτό το Αστέρι θα σε φέρει πίσω,
θα σε φέρει πάλι σε εμένα.
Καλά Χριστούγεννα!

Θ.Κ.

Le Train - Ματριόσκα





Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2013

Θεωρίες Συνωμοσίας: ΟΥΦΟ 42



Βγήκαν βιαστικά από το αμάξι, έφτασαν τρέχοντας στην εξώπορτα.  Ήταν κλειδωμένη. Ανησυχούσαν για τη μητέρα τους. Δε μπορεί να εξαφανίστηκε έτσι απλά. Έπρεπε να ψάξουν για στοιχεία. Ο πατέρας τους είχε πει πως ξύπνησε για να πάει στο αεροδρόμιο κι εκείνη έλειπε. Δεν άφησε καν σημείωμα.

‘Γωγώ, τα κλειδιά.’  είπε η Κική.

‘Κλειδιά; Κλειδιά;’ ψαχούλεψε στη τσάντα της η Γωγώ

‘Μπαμπάααα.. τα κλειδιά;’ φώναξε ο Μιχάλης.

Ο πατέρας τους φορτωμένος με τις αποσκευές του τελευταίου τους ταξιδιού, πλησίαζε τα σκαλοπάτια παραπατώντας.  Πάντα σήκωνε τα βάρη της  οικογένειας.  Φρόντιζε τα παιδιά του από μικρά, δεν ήθελε να τα βλέπει να ταλαιπωρούνται.  Και τώρα που η γυναίκα του δεν είναι πια μαζί τους θα τα προσέχει  εις διπλούν. 

‘Άντε ρε μπαμπά. Γρήγορα.’ είπε επιτακτικά η Κική.

Εκείνος έβγαλε τα κλειδιά από τη τσέπη και άνοιξε την πόρτα.  Μπούκαραν  μέσα ανυπόμονα.   «Γαβ, γουφ» το ενός έτους μαλτέζ-γριφόν  τεριέρ, ο Ταρζάν, όρμησε να τους καλωσορίσει. Έπεσαν και οι τέσσερις στο πάτωμα από τη χαρά. Ο πατέρας τους μετέφερε τα σακίδια στα δωμάτια του καθενός και τους είπε να μην ανησυχούν.

‘Η μητέρα σας πάντα επιστρέφει. Σας έχει και μια έκπληξη.’  έπειτα καληνύχτισε.

Οι εκπλήξεις της μητέρας βρίσκονταν πάντα στην κουζίνα. Πήγαν κατευθείαν εκεί. Στα ρουθούνια τους ήρθε αμέσως η αγαπημένη τους μυρωδιά. Μπανάνα.  Ο Μιχάλης άνοιξε  το ψυγείο και  πήρε το μεγάλο μπολ στα χέρια του. Λαχταριστή πουτίγκα με μπανάνα και μπισκότο.  Η Γωγώ έπιασε τρία καθαρά κουτάλια και κάθισε στο πάσο δίπλα από τον Μιχάλη.  Οι ματιές τους απορημένες, συναντήθηκαν.

‘Πού πήγε η Κική;’

Αν έτρωγαν το γλυκό δίχως αυτήν θα τους καταριόταν ένα μήνα, μπορεί και δίμηνο.  Κατέβηκαν από τα σκαμπό και τη γύρεψαν στα άλλα δωμάτια.  Την άκουσαν να μιλάει στο δωμάτιο του Ταρζάν.

‘Καν’ το πάλι. Καν’ το πάλι.’ επαναλάμβανε.

Η Γωγώ με τον Μιχάλη μπήκαν στο μικρό δωμάτιο, μόλις τους αντιλήφθηκε η Κική σήκωσε το δείκτη του δεξιού της χεριού ακουμπώντας τον στα χείλη και τη μύτη της. Τους έκανε νόημα να μη μιλήσουν. Δεν ήθελε να αποσπάσουν τη προσοχή του σκύλου. Έπαιζε με τα λούτρινα κυβάκια της αλφαβήτου. Διάλεξε τέσσερα ανάμεσα σε δεκάδες και τα έβαλε σε σειρά.«S», «L», «I», «M».Η Κική χάλασε τη σειρά, τα ανακάτεψε με τα υπόλοιπα και τον πρόσταξε να το ξανακάνει.  «SLIM» και πάλι. Τι να σήμαινε άραγε; Μήπως τον εκπαίδευσε κάποιος να το κάνει; Αποκλείεται. 

Ο πατέρας τους μόνο μπαλάκια ήξερε να του πετάει για να τα πηγαινοφέρνει και η μητέρα τους να τον χαϊδεύει όταν καθόταν στον καναπέ λες κι ήταν γάτος. Μήπως ήταν κάποιο μήνυμα; Μήπως η μητέρα τους προσπαθούσε να επικοινωνήσει μέσω του Ταρζάν;

Slim. Αδύνατος’ έκανε τη μετάφραση η Γωγώ.

‘Αδύνατη, η μητέρα είχε χάσει κιλά τελευταία’  συνέχισε η Κική.

‘Η μητέρα είναι πάντα αδύνατη, ανόητη.’ είπε ο Μιχάλης  ‘Slim.  Νομίζω ξέρω τι σημαίνει.’

‘Τι;’ ρώτησαν με αγωνία οι αδερφές του.

‘Θα σας πω, αλλά τσιμουδιά στον μπαμπά’

‘Λέγε μαλακισμένο.’ τον ταρακούνησε η Κική από το μανίκι.

‘Τα τσιγάρα της.’

‘Μα η μητέρα δεν καπνίζει . Το χει κόψει.’ είπε η Γωγώ.

Οι άλλοι δυο την γιούχαραν αποδοκιμάστηκα για την αφέλεια της.  Ένα χρόνο το μύριζαν επάνω της. Όταν τους αγκάλιαζε μετά το σχολείο, όταν τους φιλούσε πριν κοιμηθούν, όταν έπαιζε μαζί τους Σκοτεινό Δωμάτιο και έπρεπε να την αναγνωρίσουν. Δεν ήταν  τόσο προσεκτική όσο θα ήθελε. Μόνο τον άντρα της είχε ξεγελάσει κι απ’ ότι φαίνεται και την Γωγώ.

‘Ξέρω και που τα κρύβει’ είπε ο Μιχάλης  ‘πάμε στην αυλή’.

Περπάτησε μπροστά και τον ακολούθησαν οι αδερφές του από πίσω. Βγήκαν στην αυλή. Μετάνιωσαν που δε φόρεσαν τα μπουφάν τους, είχε ψύχρα. Με το φως του φεγγαριού πάτησαν ένα - ένα τα πέτρινα πλακάκια μέχρι που έφτασαν στα νυχτολούλουδα. Στο τελευταίο πλακάκι δεν πάτησε κανείς.  Ο Μιχάλης έσκυψε και το ανασήκωσε. Το πακέτο ήταν χωμένο από κάτω σε μια μικρή λακκούβα ώστε να μην χαλούσε την επίπεδη θέση του πλακιδίου.

Η Κική το πήρε από το χώμα. Είχε άλλο ένα από κάτω. Πήρε και τα δυο. Το δεύτερο ήταν αρκετά ελαφρύτερο. Ήταν άδειο.  Επέστρεψαν στο σαλόνι του σπιτιού, τοποθέτησαν τα δυο πακέτα στο χαμηλό τραπεζάκι και γονάτισαν στο χαλί.

‘Και τώρα; Βρήκαμε κάτι σημαντικό υποτίθεται;’ ρώτησε δύσπιστα η Γωγώ.

‘Το ένα είναι άδειο.’ είπε η Κική ‘το άλλο για να δούμε’

Το άνοιξαν. Έλειπαν μόνο τρία τσιγάρα. Ο Μιχάλης το πήρε στα χέρια του και το περιεργάστηκε. Δεν χρειάστηκε πολύ χρόνο.

‘Μπίνγκο’ φώναξε ενθουσιασμένα ‘Δείτε εδώ. Έχει γράψει με στυλό έναν αριθμό.  42’

‘42;’ αναρωτήθηκε η Κική.

‘Η ηλικία της μητέρας.’ αναφώνησε η Γωγώ.

Κοιτάχτηκαν αμίλητοι.

‘Αποκλείεται. Η μητέρα είναι νεότερη. Κάτω από σαράντα.’  είπε ο Μιχάλης με ύφος αβέβαιο.

‘Τι λες βρε χαμένο. Σιγά μην είναι και 30.. Η μητέρα είναι 44 ακριβώς. Εγώ έβαλα τα κεράκια στην τούρτα των γενεθλίων της.’

‘’Αρα;’

‘Άρα;’

‘Αρα..ξέρω ‘γω. Το άλλο πακέτο τι γράφει;’ 

Η Κική περιεργάστηκε το δεύτερο ‘Τίποτα’. 

Έτσι όπως το στριφογύριζε στα χέρια της ένιωσε κάτι να κινείται στο εσωτερικό του. Το άνοιξε και το έφερε ανάποδα. Ένας μεταλλικός ήχος ακούστηκε στην γυαλισμένη επιφάνεια του τραπεζιού. Η Γωγώ πρόλαβε και σταμάτησε το αντικείμενο πριν πέσει στο χαλί. Ήταν μια μικροσκοπική βίδα.

‘Να τη. Η βίδα από το laptop του μπαμπά που χάσαμε όταν το ανοίξαμε για να βρούμε κοριό.’ είπε ο Μιχάλης.

Laptop.  42. Το βρήκα! Η μητέρα στον υπολογιστή ακούει μόνο μουσική.’  είπε η Κική ‘Πρέπει να βρούμε το τραγούδι 42’

Μπήκαν αθόρυβα στο δωμάτιο των γονιών τους.  Ο πατέρας τους ροχάλιζε. Πήραν το laptop  πάνω από τη συρταριέρα και  έφυγαν στις μύτες των ποδιών τους. Το έβαλαν αμέσως σε λειτουργία.  Ήθελε κωδικό. Αυτό δεν ήταν πρόβλημα. Ο Μιχάλης ήξερε τους κωδικούς  κάθε ηλεκτρονικής συσκευής του σπιτιού. Υπολογιστών, κινητών, tablet και.. του μεταμεσονύκτιου προγράμματος της δορυφορικής.

Αναζήτησαν για αρχεία ήχου. Υπήρχαν αμέτρητοι φάκελοι με τραγούδια. Ελληνικά, ξένα, καινούρια, παλιά, συλλογές.  Όλοι είχα το όνομα της και δίπλα την αρίθμηση.  Δανάη1, Δανάη2, Δανάη3, Δανάη4.. και η λίστα γέμιζε ολόκληρη την οθόνη.

‘Δανάη42 έχουμε;’ ρώτησε απαισιόδοξα η Κική.

‘Μπααααα’

Τα παιδιά έψαχναν πλέον στα χάος των αρχείων της μητέρας τους. Δεν ήταν καν σίγουροι πως έψαχναν στο σωστό μέρος. Ίσως έκαναν λάθος, ίσως τα στοιχεία να τους οδηγούσαν και κάπου αλλού. Όμως σπάνια έπεφταν έξω.

‘Γαβ, γαβ , γαβ’ ο Ταρζάν εμφανίστηκε κουνώντας χαρωπά την ουρά του.

‘Ταρζάν, ήσυχα.’ είπε η Κική.

‘Θα ξυπνήσει ο μπαμπάς βρε αλητάκο’ είπε η Γωγώ και τον κράτησε στην αγκαλιά της.

‘Γαβ, γαβ, γαβ’ έκανε ο Ταρζάν πιο χαμηλόφωνα.

‘Ταρζάν’ επανέλαβε κοφτά η Κική.

Το σκυλί την κοίταξε με παράπονο βγάζοντας κλαψιάρικους ήχους.

‘Κάτι κάνουμε λάθος ή κάτι μας διαφεύγει.’ επισήμανε ο Μιχάλης.

‘Γαβ, γαβ, γαβ’ ξαναγάβγισε πιο δυνατά αυτή τη φορά σαν λευκό διαολάκι και έτρεξε αμέσως στο δωμάτιο του για να γλυτώσει τις φωνές της Κικής.

Αλλά εκείνη δεν τον μάλωσε καθόλου. Ούτε τον κυνήγησε όπως θα έκανε οποιαδήποτε άλλη φορά.

‘Τον ακούσατε;’  είπε και έμεινε με το στόμα ανοιχτό.

Ο Μιχάλης κι η Γωγώ με γουρλωμένα μάτια κούνησαν τα κεφάλια τους θετικά.

‘Γάβγισε τρεις φορές’ είπαν όλοι  ταυτόχρονα.

‘Όσα και τα τσιγάρα που λείπουν από το πακέτο της μητέρας’ διαπίστωσε η Γωγώ.

‘Σωστά.’ συμφώνησε ο Μιχάλης.

‘Ας ανοίξουμε  τον φάκελο Δανάη3’ πρόσταξε η Κική.

Κι αυτό έκαναν. Έπειτα μέτρησαν τα αρχεία με τη σειρά, σταμάτησαν στο τραγούδι 42. 

Συγκρότημα: The Kelly Family.

Τίτλος: Fell in love with an Alien

Σφράγισαν τα χείλη τους με τις παλάμες σοκαρισμένοι. Τελικά είχαν δίκιο, η αρχική τους σκέψη επαληθεύτηκε. Ο πατέρας τους μπορεί να το αρνείται, όμως εκείνοι ξέρουν. Είχε ξανασυμβεί στο παρελθόν, τότε που η μητέρα τους υποτίθεται πως είχε πάει ταξίδι στην Ιταλία. Πώς να το πίστευαν; Αφού δεν είχε φέρει μαζί της ούτε μια τσάντα Versace.

‘Νομίζω δε χρειάζεται να κάνω μετάφραση.’ είπε με τρεμάμενη φωνή η Γωγώ.

Δυνατά φώτα τους τύφλωσαν από τη τζαμαρία του σαλονιού κι ένας τρομερά ενοχλητικός ήχος πλησίαζε όλο και περισσότερο το σπίτι.  Τα παιδιά πήγαν προς το τζάμι, ο Ταρζάν ήρθε και πάλι στο σαλόνι. Γρύλισε.Έτρεξαν ουρλιάζοντας προς το δωμάτιο των γονιών τους. Ξύπνησαν τον πατέρα τους με τις φωνές. Όσα έλεγαν του φάνηκαν τόσο ασυνάρτητα σαν να έβλεπε όνειρο. Τον τράβηξαν από τις πυτζάμες εκλιπαρώντας για βοήθεια .

‘Μπαμπά, τη μητέρα την απήγαγαν εξωγήινοι.’

‘Μπαμπά, ένα Ούφο είναι έξω από το σπίτι.’

‘Μπαμπά, πάρε την αστυνομία.’

‘Μπαμπά, μπαμπά, μπαμπά….’

Ζαλίστηκε. Τον κουβάλησαν μέχρι την εξώπορτα. Βγήκαν εκτός σπιτιού. Δίπλα στον πατέρα τους ένιωθαν άτρωτοι.

‘Φέρτε πίσω τη μητέρα μας.’ φώναξαν προς τους προβολείς.

Μια γυναικεία φιγούρα ξεπρόβαλε πλάι από το θορυβώδες όχημα.  Τα φώτα έσβησαν, το ίδιο και η μηχανή.

‘Τι κάνετε ξύπνοι τέτοια ώρα;’ ακούστηκε ενοχλημένη η φωνή της μητέρας τους.

Από την άλλη μεριά του οχήματος βγήκε η γιαγιά τους.

‘Αγαπούλες μου!’ φώναξε χαρούμενα.

Τελικά δεν ήταν Ούφο, η παλιά Mustang της γιαγιάς τους ήταν.  Μα πως ξεγελάστηκαν έτσι; Τις αγκάλιασαν και τις δύο. Είχανε πάει στην εκκλησία τους είπαν. Μεσανυκτική στην Αγ Τριάδα. Ο πατέρας τους ισχυρίστηκε πως το είχε ξεχάσει. Πριν μπουν όλοι στο σπίτι η Γωγώ πρόλαβε να κρύψει το πακέτο με τα τσιγάρα, το άδειο. Το γεμάτο(πλην τρία) δεν το βρήκε. Μυστήριο. 

Εξήγησαν τα πάντα στη μητέρα τους. Εκείνη έβαλε τα γέλια και τους έδωσε αυστηρή διορία μια μέρα να βρουν το πακέτο με τα τσιγάρα.  Της το υποσχέθηκαν και κάθισαν να φάνε το γλυκό. Είχαν ξεχάσει πόσο πολύ πεινούσαν με το όλο θέμα. Σχεδόν έγλυψαν το μεγάλο μπολ. Τσακώθηκαν για το τελευταίο μπισκότο. Ο Μιχάλης το άρπαξε και  μπουκώθηκε για να μην του το πάρουν τα κορίτσια. Εκείνες τον κυνήγησαν με τα κουτάλια.

Ο Ταρζάν ξεπρόβαλε από το δωμάτιο του. Τους χάζευε να κάνουν κύκλους στον διάδρομο.

‘Γουβ, γαφ’ δεν κατάφερε να γαβγίσει σωστά.. με πέντε τσιγάρα SLIM στο στόμα. 

                                                        ΤΕΛΟΣ